Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008

ΕΝΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΧΤΑΚΙ .

.
Έχω, ξέρεις, ένα μικρό κληρονομικό διχτάκι .
Το κληρονόμησα από τον πατέρα μου και το προσέχω σαν τα μάτια μου.
Σήμερα είναι βέβαια παράνομο, είναι αράχνης, μανό μέσα έξω, αλλά τι να κάνω αυτό κληρονόμησα.
80 μέτρα δίχτυ αράχνης μανό.
Έτσι και αλλιώς όλα τα δίχτυα απαγορεύονται πια στους ερασιτέχνες, δεν θα πάω να αγοράσω τώρα άλλα.

Με κοίταζε με έκπληξη, με τα ματιά ορθάνοικτα και μου λέει:
έλα … που το έχεις, … πάμε να το ρίξουμε ? …

Εγώ για να αποφύγω την μανούβρα της λέω ότι είναι αργά, ότι δεν αξίζει τον κόπο να ρίξουμε τη βάρκα στο νερό, ότι … και ότι … διάφορα ... , αλλά έχω ήδη καταλάβει ότι δεν θα το αποφύγω.
Άλλωστε δεν είμαι και σίγουρος ότι ήθελα να το αποφύγω. Να με σπρώξουν μάλλον περίμενα.

Εντάξει της λέω. Θα σου εξηγήσω. Δεν τα ρίχνω με σκάφος αλλά με σκάφη.
Με τι ??? ….
Με σκάφη, της επαναλαμβάνω . Ξέρεις την σκάφη που πλένουν τα ρούχα ???
Ε να λοιπόν βάζω το δίχτυ μέσα στη σκάφη, και τη σκάφη μέσα στο νερό, και το ρίχνω.

Έλα … έλα … πάμε να το ρίξουμε….

Καλά εντάξει άσε όμως να σουρουπώσει λίγο.

Πήγα λοιπόν στην αποθήκη, …ένας χαμός εκεί μέσα μετά την τοποθέτηση της γκαραζόπορτας … , και άρχισα να ξεσκεπάζω το διχτάκι μου.
Μετά, με άνεση, το έβγαλα από την γκαραζόπορτα, … έτσι για να την εγκαινιάσω κιόλας … , και το πήγα στο διαδρομάκι που οδηγεί από το σπίτι στην θάλασσα.
Λίγο αργότερα, το πήραμε μαζί και φτάσαμε στη παραλία. Δεν ήταν δα και μακριά. 20 μετρά όλα και όλα.

Εκεί έψαξα για μια μεγάλη πέτρα και πλάκωσα με αυτή την άκρη του διχτιού μου στην άμμο και έσπρωξα την σκάφη στο νερό.
Η θάλασσα ήταν λίγο κρύα, έτσι τουλάχιστον την αισθάνθηκα τώρα που ο ήλιος δεν ήταν πια στον ουρανό.
Έσπρωχνα την σκάφη μου σιγά σιγά, αφήνοντας το δίχτυ να πέφτει στο νερό, προσπαθώντας συγχρόνως να το ξεμπλέκω.
Πάνε τουλάχιστον 5 χρόνια που υπομονετικά περίμενε στη σκάφη του για να το ρίξω ξανά στο νερό, και δεν ήταν στην καλύτερη του φόρμα.
Συνέχισα να σπρώχνω σιγά την σκάφη μου, με το νερό να μου φτάνει έως το λαιμό και συνεχίζοντας, παράλληλα προς την παραλία, έστησα το καρτέρι μου.
Βγαίνοντας από το νερό κατάλαβα γιατί η σκάφη μου ήταν βαριά όσο την έσπρωχνα στο νερό.
Η πολυκαιρία την είχε σκάσει και έμπαζε νερό.
Και σκεφτόμουνα ήδη τη θα γινόταν όταν θα μάζευα το δίχτυ την άλλη μέρα το πρωί.

Μην σε απασχολεί μου λέει, θα πάμε στα μαγαζιά πριν κλείσουν και θα πάρουμε μια καινούργιο σκάφη.

Και πήγαμε, και ρωτήσαμε σε όλα τα σουπερ μάρκετ, και τελικά σκάφη δεν βρήκαμε, … αλλά περάσαμε όμορφα τρώγοντας στο παραλιακό ταβερνάκι, με τα πόδια μέσα στο νερό.

Και μετά, κουρασμένοι, πήγαμε για ύπνο.
Έπρεπε να ξυπνήσουμε νωρίς το πρωί.

Κοιμηθήκαμε ακούγοντας όλη τη νύχτα το φλοίσβο της θάλασσας από την μισάνοιχτη μπαλκονόπορτα και με το πρώτο φως της ημέρας σηκώθηκα.
Έφτιαξα γρήγορα ένα καφέ και βγήκα στην βεράντα να τον ποιώ κοιτάζοντας την θάλασσα.
Μετά από μερικές γουλιές κατέβηκα στην παραλία. Ήθελα να δω πως ήταν το δίχτυα μου. Αν τα ψάρια ήταν στο ραντεβού.
Περπάτησα στην ακρογιαλιά δίπλα από το δίχτυ προσπαθώντας να μαντέψω αν είχε κάτι πιαστεί, αν αυτό που κάπου κάπου έμοιαζε να ασπρίζει, ήταν ψάρι ή πέτρα.

Γύρισα σπίτι, τέλειωσα τον καφέ μου και ανεβαίνοντας στο αυτοκρατορικό υπνοδωμάτιο, - είναι αυτό που έχει την ωραιότερη θέα στον αργολικό, - της ψιθύρισα σιγά στο αφτί.
Θέλεις να έρθεις για τα δίχτυα ή να τα μαζέψω μόνος μου ?.

Και πριν ακόμα προλάβω να ολοκληρώσω την ερώτηση ήταν ήδη όρθια και έτοιμη για την μεγάλη επιχείρηση.

Λίγη μονωτική ταινία στεγανοποίησε πρόχειρα τη σκάφη μου και ξεκινήσαμε .

Τα ψάρια ήταν όντως στο ραντεβού. Ένα λαβράκι γύρο στα δυο κιλά και 5 κεφαλόπουλα μισόκιλα, μας έδωσαν την μεγαλύτερη χαρά νομίζω όλων των καλοκαιρινών διακοπών.

Και όταν το βράδυ τα τρώγαμε στην ταβέρνα του Κώστα, που ανέλαβε να τα ψήσει, ήταν νομίζω τα νοστιμότερα ψάρια που έχουμε φάει μέχρι τώρα.
.

1 σχόλιο:

Χριστίνα Ανέφελη είπε...

Αξίζει λοιπόν τον κόπο να χρησιμοποιείς το διχτάκι, όταν το έχεις κληρονομήσει, κι ας είναι και "παράνομο"!
:-)