Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

ΠΑΜΕ ΓΙΑ ΨΑΡΕΜΑ ?

.
Κοιτάζω δίπλα μου το ρολόι και βλέπω ότι είναι έξη το απόγευμα. Τεντώνομαι, τραβιέμαι και αργά αργά αφήνω το κρεβάτι μου και την μεσημεριάτικη καλοκαιριάτικη ραστώνη.

Κατεβαίνω στην μπροστινή βεράντα , … δεν είναι και πρωτότυπο άλλωστε όλο σε αυτή κάθομαι , … και σιγοπινω τον καφέ μου.
Ανάβω την πίπα μου και κοιτάζω την ξαναμμένη από την μεσημεριανή φρεσκαδούρα θάλασσα να ηρεμεί σίγα σιγά.
Ο μπάτης του μεσημεριού, αυτός που μας δρόσιζε νωρίτερα, όταν κάτω από τον γέρικο ευκάλυπτο σιγοπίναμε το ούζο μας τρώγοντας κάποιους μεζέδες, είχε ήδη ξεθυμάνει.

Γατόνι πάμε για ψάρεμα με το «ΓΑΤΟΝΙ» ? της λέω .
Σε λίγο θα είναι λαδιά …
Σε δέκα θα είμαι έτοιμη μου λέει, και όντως ήταν έτοιμη.

Περνάμε με το «ΓΑΤΟΝΙ» ανοιχτό από το λιμάνι.
Είναι βλέπεις ξένερα στον κάβο πριν από το λιμάνι και οι συρτές που έχουμε ήδη ρίξει πίσω μας μπορεί να αγκυλώσουν στις πέτρες του βυθού.
Τα νερά μετά βαθαίνουν και μέχρι το μεγάλο αυλάκι θα είμαστε αφοσιωμένοι μόνο στις συρτές μας.

Είχαμε λοιπόν ρότα για το μεγάλο αυλάκι, όταν ανοιχτά απ το λιμάνι αισθάνθηκα το πρώτα χτύπημα. Δεν είχε πιαστεί ακόμα τίποτα αλλά κάποιο κυνηγόψαρο είχε χτυπήσει το δόλωμα μου.

Δεν πέρασαν λίγα λεπτά και το γατόνι τινάζεται πάνω και μου φωνάζει. Κοίτα … κοίτα το καλάμι μου τραβάει πολύ .
Κόβω αμέσως τη μηχανή και παίρνει το καλάμι στα χέρια της.
Ούτε λόγος να αγγίξω εγώ το καλάμι της. Είναι το δικό της ψάρι αυτό στην άκρη της πετονιάς.
Μη βιάζεσαι της λέω, αν τραβάει πολύ θα είναι μεγάλο και είναι καλύτερα να το κουράσεις πρώτα.
Στην περιοχή αυτή έχει πάντα λαβράκια, και ….. πριν τελειώσω την φράση μου, το δικό μου καλάμι αρχίζει να γέρνει προς την θάλασσα.
Έχει σίγουρα κάτι τσιμπήσει της λέω, και ενώ η βάρκα, το «ΓΑΤΟΝΙ» δεν έχει καλά καλά σταματήσει ακόμα, το άλλο το γατόνι και εγώ μαζεύουμε ο κάθε ένας την πετονιά του.
Σε λίγο η πρώτη οπτική επαφή με το «τέρας» που βρισκόταν αγκιστρωμένο στην άκρη του καλαμιού της επιβεβαιώνει τις προσδοκίες μας. Σίγουρα πέσαμε πάνω σε λαβράκια που κυνηγάνε.
Άλλωστε 150 μέτρα στα αριστερά μας οι γλάροι έχουν στήσει το δικό του χορό.
Όταν πια φέραμε τα δυο λαβράκια μας στο «ΓΑΤΟΝΙ» περίπου ένα με ενάμισι κιλό το κάθε ένα, ετοιμαστήκαμε να ξαναρίξουμε στις συρτές.
Θα στρίψω της λέω και θα ξαναπεράσω πάνω από το μέρος που χορεύουν οι γλάροι.
Βλέπεις στον αέρα είναι οι γλάροι που βουτάνε στο νερό και αρπάζουνε ψάρια από το κοπάδι που ανεβαίνει στην επιφάνεια για να γλιτώσει από τα λαυράκια που το κυνηγάνε από κάτω.

Ξαναπεράσαμε αρκετές φορές πάνω από το ίδιο μέρος, λίγο πιο δεξιά την μια, λίγο πιο αριστερά την άλλη, πιο βαθειά ή πιο ρηχά.

Σε μερικά περάσματα, πότε ο ένας πότε ο άλλος μάζευε την συρτή του γιατί στην άκρη της τη βάραινε ένα ακόμα λαυράκι.

Ίσως επειδή στα τελευταία πέντε περάσματα τίποτα πια δεν ανησύχησε τις συρτές μας, πρότεινα να σταματήσουμε να επιμένουμε και να πάμε προς το μεγάλο αυλάκι.

Εδώ, πήραμε έξη λαυράκια αλλα τα άτιμα κολυμπάνε, δεν κάθονται συνέχεια στο ίδιο μέρος.

Είναι όμως αρκετή ώρα που ψαρεύουμε και ήδη σκοτείνιασε αρκετά. Τι θα έλεγες να γυρίσουμε ? .
Ναι έχεις δίκιο της λέω είναι σχεδόν οκτώ.
Πάμε για ένα ούζο στο λιμάνι, το μεγάλο αυλάκι θα περιμένει .
Και αύριο ημέρα είναι.
.

1 σχόλιο:

Χριστίνα Ανέφελη είπε...

Ε, αυτό έλειπε, να μην πιάσεις ψάρια με τη "συνδρομή" των γατονιών!

Απολαυστική η ιστορία σου, μου αρέσει πολύ ο τρόπος που αφηγείσαι και μου δημιουργείς εικόνες.