Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

ΗΜΕΡΑ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

.
Η μέρα ξημέρωσε ζεστή όπως κάθε αυγουστιάτικη ημέρα.
Σήμερα όμως μου έμοιαζε πιο όμορφη, πιο λαμπερή πιο φωτεινή.
Τουλάχιστον έτσι την έβλεπα εγώ.

Σε πήρα και πήγαμε στην παραλία.

Βιαστικά, αφήσαμε τα ρούχα μας, και κάποια λίγα πράγματα δίπλα την ομπρέλα.
Είναι αλήθεια ότι δεν χρειαζόμαστε πολλά πράγματα.
Μας έφτανε που ήμαστε μαζί. Μας φτάναμε ο ένας στον άλλο.

Πήγα να βάλω το μαγιό μου.
Γύρισα … και κάθισα στην άμμο δίπλα στην στρωμένη πετσέτα.

Η θάλασσα, λίγα μέτρα πιο μακριά από τα πόδια μας έμοιαζε σήμερα και αυτή διαφορετικότερη από τις άλλες ημέρες.
Μου φάνταζε πιο λαμπερή. Ο ήλιος την φώτιζε απαλά, και τα λίγα σύννεφα που καθρεπτίζονταν πάνω στη ήρεμη επιφάνια της, έμοιαζε να παίζουν κυνηγητό με τα ψαροπούλια που πετούσαν από πάνω της.
Το νερό της έδειχνε τόσο διάφανο, σαν να ήταν μέσα σε ένα πελώριο ποτήρι.

Σηκωθήκαμε, και περνώντας γρήγορα την καυτή άμμο πού μας χώριζε από το νερό, βουτηχτήκαμε μέσα του σιγά σιγά κρατώντας ο ένας τον άλλο από το χέρι.
Κάτι σαν να μπαίναμε σε μια μεγάλη κολυμπήθρα.
Και είχα την απόλυτη αίσθηση του μυστηρίου.
Την ψυχή να γίνεται ένα με την θεϊκή μαγεία του νερού, Την απεραντοσύνη της υγρής αγκαλιάς του, να μας σκεπάζει και να μας ενώνει μέσα της.

Η βάφτιση αυτή δεν κράτησε πολύ νομίζω, αλλά η ανάταση της ψυχής που μετείχε στο μυστήριο τούτο ήταν απερίγραπτη.

Βγήκα από το νερό και ξαναγύρισα κοντά στην πετσέτα που όλη τούτη την ώρα περίμενε και αυτή να σε αγκαλιάσει..
Την πήρα στα χέρια μου και της έδωσα την ευκαιρία να πραγματώσει το όνειρο της.
Μετά την ξανάστρωσα στην καυτή άμμο και κάθισα δίπλα της.
Σου πρότεινα το χέρι μου και κάθισες και εσύ διπλά μου.
Ξάπλωσες στην πετσέτα και έγειρα πλέει σου .
Ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω σου και έκλεισα τα μάτια.
Ο ήλιος ήταν έντονος και όσο και αν προσπαθούσε η ομπρέλα να τον εμποδίσει να μας αγγίξει δεν τα κατάφερνε.

Τον αισθάνθηκα να χαϊδεύει το κορμί μου, άρα και το δικό σου και ξαφνικά τον ένοιωσα αντίζηλο μου . Ίσως και να τον ζήλεψα.
Πως είναι δυνατόν να μπορεί και αυτός να σε αγγίζει ?
Αυτό ήθελα να είναι μόνο δικό μου προνόμιο.
Και σαν να μην έφτανε ο ήλιος, κατάλαβα ότι σε χάιδευε και σένα το ίδιο δροσερό αεράκι που άγγιζε και το δικό μου κορμί .
Σίγουρα ήταν αυτό που μας βοηθούσε να μένουμε έτσι ξαπλωμένοι στην άμμο κάτω από τον αυγουστιάτικο ήλιο.
Όμως είχε και αυτός το θράσος να αγγίζει το ξαπλωμένο σου κορμί.
Άνοιξα λίγο τα μάτια μου και γυρίζοντας ελαφρά το κεφάλι έψαξα το πρόσωπο σου.
Τα μάτια σου ήταν κλειστά, και το κορμί σου χαλαρό, παραδομένο στην μεσημεριανή ραστώνη .
Αισθάνθηκες το κοίταγμα μου και χωρίς να τα ανοίξεις μου χαμογέλασες .

Και εγώ κατάλαβα ότι ήσουνα μαζί μου.

Κατάλαβα ότι ήμουν ευτυχισμένος.

.

1 σχόλιο:

Χριστίνα Ανέφελη είπε...

Τα κείμενά σου, καλέ μου φίλε, αποτελούν για μένα μια ευχάριστη διαφυγή από την καθημερινότητα. Η αμεσότητα με την οποία παραθέτεις τις ιστορίες σου και η γάργαρη αφήγηση με ταξιδεύουν και μου μεταδίδουν ζεστασιά.

Εύχομαι να είσαι καλά και να συνεχίσεις έτσι- εφόσον βέβαια το θέλεις κι εσύ ο ίδιος!